Η γέννηση και εξέλιξη του Εθνικοσοσιαλιστικού
Κινήματος είναι μία υπόθεση άκρως ενδιαφέρουσα, που φυσικά δεν μπορεί να
αποτυπωθεί –παρά μόνο επιγραμματικά- στις λίγες γραμμές μίας ανάρτησης. Οπωσδήποτε
ισχύει αυτό που είπε η Σάβιτρι Ντέβι: «Το
Κίνημα είναι νέο, αλλά οι ιδέες είναι παλιές». Συνοπτικά, μετά την
ταπεινωτική για τη Γερμανία ανακωχή της 11.11.1918 που ουσιαστικά σηματοδότησε
το τέλος του Α΄Ππ και οδήγησε στη Δημοκρατία της Βαϊμάρης και στη Συνθήκη των
Βερσαλλιών, η χώρα αυτή μπήκε σε μια περίοδο υπερβολικής κρίσης όχι μόνο στην
οικονομία, όπως παρουσιάζεται, αλλά κυρίως στις αξίες. Ο Γερμανός είχε χάσει
κάθε αξιοπρέπεια, είχε χάσει εδάφη, και ήταν σκλάβος των δυνάμεων που
βρίσκονταν πίσω από τους νικητές και που σταδιακά έδειχναν το πρόσωπό τους. Η
κοινωνική αδικία και δυστυχία βασίλευε. Τότε ήταν που εμφανίστηκε ο Αδόλφος
Χίτλερ και κατάφερε, βαθμιαία αλλά όχι αργά, ένα μικρό κόμμα των 20 ατόμων να
το οδηγήσει στο να γίνει κυρίαρχο.
Κάπως έτσι, λοιπόν, γεννήθηκε και
εξελίχθηκε το Εθνικοσοσιαλιστικό κίνημα, αρχικά στη Γερμανία και ακολούθως και
σε άλλες χώρες. Είναι, επίσης, γνωστό ότι μέχρι την εμφάνιση του
Εθνικοσοσιαλιστικού Κινήματος, άνθρωποι που είχαν αυτές τις ιδέες, έστω και σε
σπερματική μορφή ή ημισυνειδητές, δεν είχαν την κατάλληλη έκφραση. Εξαιτίας αυτής
της έλλειψης, κάποιοι από τους γνωστούς μετέπειτα Εθνικοσοσιαλιστές συμμετείχαν
σε παραδοσιακά συντηρητικά κόμματα, άλλοι σε αριστερά. Εξάλλου, όπως και
σήμερα, καθένας έχει τη δική του διαδρομή ως τη συνειδητοποίηση του ότι είναι
Εθνικοσοσιαλιστής.
Στο πλαίσιο της προπαγάνδας κατά του Χίτλερ
και του Εθνικοσοσιαλισμού, βλέπουμε μία προσπάθεια υπερπροβολής των πρώτων
βημάτων γνωστών Εθνικοσοσιαλιστών, μάλιστα και ενώ, σε αρκετές περιπτώσεις, δεν
υπήρχε ακόμη το Κίνημα ή ενώ αυτό ήταν στην αρχή του! Οι αναφορές είναι γεμάτες
ψέμματα και στόχο έχουν να παρουσιάσουν ως οπορτουνιστές εξέχοντες και πιστούς μέχρι το τέλος μαχητές της Ιδέας. Αυτή,
άλλωστε, είναι μία συνήθης τακτική, από το 1945 και μετά, η οποία γίνεται ακόμη
πιο έντονη, όταν προστίθεται ο φθόνος για το μεγαλείο ή το ταλέντο του Εθνικοσοσιαλιστή μαχητή.
Joseph Goebbels
Ο Γκαίμπελς, για παράδειγμα. Αρχικά, προσελκύστηκε, ρομαντικά περισσότερο, από τον σοσιαλισμό, θεωρώντας ότι ίσως εκεί βρίσκεται η απάντηση στην εθνική και κοινωνική αδικία της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, και ότι έτσι θα μπορούσε να εκφράσει τον αντικαπιταλισμό του. Ήταν όμως συνειδητά εθνικιστής. Στην αρχή του 1925 σε ηλικία 27 ετών, εντάχθηκε επισήμως στο NSDAP, το οποίο ήταν ακόμη ένα πολύ μικρό κόμμα. Ο θάνατός του είναι γνωστός. Από τη στιγμή που προσχώρησε στον Εθνικοσοσιαλισμό, παρέμεινε πιστός. Μέχρι το τέλος.
Jacques Doriot
Στη γειτονική Γαλλία, την ίδια εποχή που ο
Γκαίμπελς εντάχθηκε στο NSDAP,
ένας νεαρός εξελέγη βουλευτής με το κομμουνιστικό κόμμα. Ήταν ο Ζακ Ντοριό, ο οποίος αφού διένυσε μία
κομμουνιστική τροχιά, θεωρώντας ‒με πολλές αμφιβολίες πάντως‒ ότι στον
κομμουνισμό βρισκόταν η απάντηση στην αδικία του καπιταλισμού, γνώρισε, τη δεκαετία
του 1930, τον Εθνικοσοσιαλισμό και συνειδητοποίησε ότι αυτός τον εξέφραζε. Έτσι,
το 1936 ίδρυσε το φιλοναζιστικό Γαλλικό
Λαϊκό Κόμμα. Κι επειδή δεν χρειάζονται πολλά λόγια, ήταν ένας εκ των
ιδρυτών της Λεγεώνας των Γάλλων Εθελοντών
ενάντια στον Μπολσεβικισμό (LVF)
και ο ίδιος πολέμησε στο Ανατολικό Μέτωπο. Με την είσοδο των Συμμάχων στη
Γαλλία κατέφυγε στη Γερμανία, όπου και συγκρότησε μία «Επιτροπή για την
Απελευθέρωση της Γαλλίας». Πέθανε στη Γερμανία το 1945, όταν το αυτοκίνητο στο
οποίο επέβαινε βομβαρδίστηκε. Ο Ντοριό ξεκίνησε ως σοσιαλιστής και μάλιστα
ανέπτυξε έντονη δράση. Όμως, από τη στιγμή που γνώρισε τον Εθνικοσοσιαλισμό προσχώρησε
σε αυτόν, πολέμησε γι’ αυτόν και παρέμεινε
πιστός. Μέχρι το τέλος.
Louis-Ferdinand Celine
Στη Γαλλία, επίσης, ο μεγάλος συγγραφέας Λουί Φερντινάν Σελίν γοητεύθηκε αρχικά,
έχοντας εσφαλμένη αντίληψη, από τον σοσιαλισμό. Ταξίδεψε στη Σοβιετική Ένωση,
επέστρεψε αλλαγμένος, γράφοντας μάλιστα το Mea Culpa. Προσχώρησε στον Εθνικοσοσιαλισμό, διώχθηκε, φυλακίστηκε, περιθωριοποιήθηκε,
αλλά παρέμεινε πιστός. Μέχρι το τέλος.
Miguel Serrano
Ο Μιγκέλ
Σερράνο στη Χιλή. Στο βιβλίο του Αδόλφος
Χίτλερ, ο Τελευταίος Αβατάρ (1983) αναφέρει ότι σε πολύ νεαρή ηλικία ήταν
σοσιαλιστής: «Ο μαρξισμός μάς
χειραγωγούσε με μεγάλη ευκολία. Οι φίλοι, οι συγγραφείς, οι ποιητές, οι
διανοούμενοι, προσεγγίζαμε τους σοσιαλιστές. Δεν υπήρξα ποτέ μέλος κάποιου
πολιτικού κόμματος, ωστόσο εργάστηκα στις αριστερές εφημερίδες της εποχής …»
Ο Σερράνο ήταν φίλος με τον νεαρό διανοούμενο σοσιαλιστή Έκτορ Μπαρρέτο, ο οποίoς το 1936 σε ηλικία 19
ετών σκοτώθηκε σε συμπλοκή μεταξύ εθνικοσοσιαλιστών και αριστερών. Παρ’ ότι το
γεγονός αυτό επηρέασε βαθιά τον επίσης 19χρονο Σερράνο, δύο χρόνια αργότερα,
και μετά από αναζήτηση, προσχώρησε στον ναζισμό. Μάλιστα, το γεγονός έλαβε μεγάλη
έκταση και δημοσιεύθηκε σε εφημερίδα με τον τίτλο: «Απροσδόκητη
αλλαγή των ιδεών του σοσιαλιστή διανοούμενου και φίλου του Μπαρρέτο». Ακολούθησε
μια συνεπής πορεία του Σερράνο ως τον θάνατό του, σε ηλικία 92 ετών, το 2009. Όπως
είχε ορκιστεί όταν ήταν 21 ετών, παρέμεινε
πιστός. Μέχρι το τέλος.
Μια σπάνια φωτογραφία της Σίτσας Καραϊσκάκη στο Βερολίνο το 1934. Από αριστερά: Άλφρεντ Ρόζενμπεργκ, Βίλελμ Φρικ και Σίτσα Καραϊσκάκη.
Ας έρθουμε, όμως, και στην Ελλάδα. Μόνο
περηφάνια μπορούμε οι Έλληνες Εθνικοσοσιαλιστές να νιώθουμε για τη Σίτσα Καραϊσκάκη, γνήσια εκπρόσωπο του
Εθνικοσοσιαλισμού στην πατρίδα μας. Όπως είναι γνωστό, τη «νεαρή Ελληνίδα» είχε
επιλέξει ο Γκαίμπελς ως σύμβουλό του στο Υπουργείο του. Επίσης, ήταν ιδιαίτερα
ταλαντούχα λογοτέχνις, γεγονός που προκάλεσε φθόνο. Η Καραϊσκάκη γεννήθηκε στα
Μοσχονήσια της Μ. Ασίας, απ’ όπου έφυγε ως πρόσφυγας το 1922 και εγκαταστάθηκε
στη Μυτιλήνη. Ήταν μία κοπέλα με λογοτεχνικές και κοινωνικές ανησυχίες. Στη
Μυτιλήνη πίστεψε αρχικά ότι για τις ανησυχίες της αυτές θα έβρισκε διέξοδο στον
κύκλο του Στρατή Μυριβήλη, ο οποίος ήταν αριστερός τότε και αργότερα, όπως είναι
γνωστό, αποκήρυξε τον κομμουνισμό. Την περίοδο εκείνη, ακόμη, και στη Γερμανία
ο Εθνικοσοσιαλισμός δεν ήταν γνωστός και σημαίνουσες προσωπικότητες, μετέπειτα
πολεμιστές και ήρωες της Ιδέας, δεν είχαν ενταχθεί ακόμη στο NSDAP. Η πορεία της και τα γραπτά της είναι
γνωστά. Λίγο πριν την αποχώρηση του γερμανικού στρατού από την Ελλάδα πήγε στη
Βιέννη, κατόπιν στη Ρουμανία και μετά τη λήξη του
πολέμου κατέφυγε στην ανατολική Γερμανία. Στην Ελλάδα καταδικάστηκε δις εις θάνατον,
κατάφερε να γλυτώσει και επέστρεψε το 1963, ενώ είχε αμνηστευθεί.
H αριστερίστικη "Εφημερίδα των Συντακτών"
Πριν από λίγους μήνες, η γνωστή
αριστερίστικη εφημερίδα Εφημερίδα των
Συντακτών δημοσίευσε ένα άρθρο για την «κατεξοχήν ναζίστρια στη χώρα μας», όπως
ορθώς χαρακτηρίζει τη Σίτσα Καραϊσκάκη, με τον βαρύγδουπο όσο και ψευδή ως προς
το πρώτο σκέλος του τίτλο «το αριστερό
παρελθόν μιας επιφανούς ναζίστριας» (τίτλος από τον οποίο, όμως, κρατούν
αποστάσεις στο κείμενο οι συντάκτες). Σ’ αυτό το άρθρο, λοιπόν, οι συντάκτες για
να δικαιολογήσουν το «αριστερό παρελθόν» της Καραϊσκάκη αναφέρονται σε δύο
ποιήματα που, όπως ισχυρίζονται, έγραψε, όταν πρωτοήρθε στην Ελλάδα. Το ένα το
1924 στο περιοδικό «Νέα Τέχνη» το οποίο, κατ’ αυτούς, φέρει τον τίτλο «Λίμπκνεχτ»
με περιεχόμενο πάντως άσχετο με τον Λίμπκνεχτ. Και το άλλο το 1923 με τον τίτλο
«Νέα Θρησκεία» και με την εκτίμηση ότι αφορά τον κομμουνισμό για το οποίο, όμως,
δεν είναι σίγουρο ούτε πότε γράφτηκε ούτε ποιος ήταν ο τίτλος καθώς «παίζει» κι
άλλος τίτλος («Αλήθεια») και του οποίου το περιεχόμενο άλλαξε αρκετές φορές και
ούτω καθεξής. Δεν υπάρχουν φωτογραφίες των σελίδων όπου δημοσιεύθηκαν τα ποιήματα.
Σε κάθε περίπτωση, τα γεγονότα αυτά, ακόμη κι αν είναι αληθή, ακριβώς όπως παρουσιάστηκαν,
είναι ασήμαντα. Αυτό το παραδέχονται και οι συντάκτες και βέβαια η σκοπιμότητα
δημοσίευσης αυτού του άρθρου γεννά εύλογες απορίες. Για την προναζιστική Γερμανία, σε συνέντευξή της
στο ραδιόφωνο είπε: «Έζησα στη Γερμανία και στα χρόνια, που με εσφαλμένη ανατροφή με
διάφορες επιδράσεις εβραϊκού λιμπεραλιστικού, μαρξιστικού και μπολσεβικικού
πνεύματος είχε χαθεί σε όλους τους τομείς και είχε αποξενωθεί από πολλούς
Γερμανούς η έννοια του κλασικού πνεύματος…» (Δ. Κούκουνας, Τα ένοχα μυστικά της Κατοχής, τ. 2, σελ.
120, εκδ. Historia)
Η Σίτσα Καραϊσκάκη από τη στιγμή που
προσχώρησε στον Εθνικοσοσιαλισμό, προ του 1930, παρέμενε πιστή. Μέχρι το τέλος. Παρά το ότι ήταν μεγάλη λογοτέχνις,
δεν σκέφθηκε το έργο της, ούτε καν τη ζωή της, και επέλεξε τις διώξεις, τον
κίνδυνο να εκτελεστεί, και τελικά το
περιθώριο, στο οποίο έζησε, παραγνωρισμένη σκοπίμως, ως τον θάνατό της,
στις 30 Απριλίου του 1987.
Όλους τους παραπάνω, και πολλούς άλλους,
κυρίως διανοούμενους, από το 1945 τους χαρακτηρίζουν οπορτουνιστές, γιατί τους «καίει» το ότι η πραγματική κουλτούρα ήταν ναζιστική. Μόνο που ο οπορτουνιστής
δεν βαδίζει στον θάνατο με το κεφάλι ψηλά, δεν δηλώνει «δεν μετανιώνω για
τίποτε» και δεν μένει πιστός. Μέχρι το τέλος.
Στο πλαίσιο αυτής της προσπάθειας
αποδόμησης, η αριστερίστικη Εφημερίδα των Συντακτών
αναφέρθηκε και στην αρνητική κριτική για το ταλέντο
της Καραϊσκάκη και τον χαρακτήρα της, του μαρξιστή
Λέσβιου Ασημάκη Πανσέληνου (Ελασίτη και βουλευτή το 1950 με την "Ένωση Λαϊκής Δημοκρατίας"), κριτική την οποία άσκησε το 1975, όταν ήταν
πασίγνωστο ότι ήταν ναζίστρια, μάλιστα, «η κατεξοχήν ναζίστρια στη χώρα μας». Για
το ταλέντο της Καραϊσκάκη, όμως, μίλησε, αμέσως μετά την πρώτη εμφάνισή της στα
ελληνικά γράμματα, ο –δύσκολος στην κριτική του- Κωστής Παλαμάς: «..Δεν της έφτανε το γνήσιο καθαρό πηγαίο
ταλέντο της, ήθελε να ευρύνει τη γνώση της γιατί η τέχνη για να γίνει πλατειά
και τέλεια πρέπει να έχει και τις γνώσεις που της χρειάζονται. Η νεαρή αυτή
ποιήτρια μεταχειρίζεται τη δημοτική σαν καμιά άλλη Ελληνίδα λογοτέχνισσα..»
Δεν χρειάζεται να πούμε περισσότερα. Ο
Εθνικοσοσιαλισμός δεν φοβάται την αλήθεια, γιατί η αλήθεια είναι με την πλευρά
του Εθνικοσοσιαλισμού. Όπως
είπαμε και στην αρχή, καθένας έχει τη δική του διαδρομή, ώσπου να
συνειδητοποιήσει ότι είναι Εθνικοσοσιαλιστής. Η διαδρομή του μετά τη
συνειδητοποίηση αυτή είναι που έχει αξία. Και γι' αυτό δεν μπορεί να κάνει τίποτε η αριστερίστικη Εφημερίδα των Συντακτών.
Εξάλλου, για όλους αυτούς που επιχειρούν να
πλήξουν την Ιδέα, πλήττοντας τους νεκρούς Ήρωές της, ισχύει αυτό που είπε ο
Σερράνο για τους αντίστοιχους της εποχής του: ενσαρκώνουν το Αρχέτυπο του
Λευκού Προδότη.
Ευρωπαϊκή Αντίσταση